Αμφιβολία: Μια παραβολή | Κριτική Θεάτρου

4–5 λεπτά

Βαθμολογία: 4 από 5.

«Η αρχή της αλλαγής είναι η στιγμή της Αμφιβολίας. Είναι αυτή η κρίσιμη στιγμή, όταν αναθεωρώ και ανανεώνω την ανθρωπιά μου ή γίνομαι ένα ψέμα. Η Αμφιβολία απαιτεί περισσότερο σθένος από την αλύγιστη βεβαιότητα, και μεγαλύτερη σπατάλη ενέργειας∙ η βεβαιότητα είναι σημείο, η αμφιβολία αέναη — μια άσκηση πάθους. Μπορεί στο τέλος να βγείτε από το έργο αβέβαιοι. Μπορεί να αποζητάτε τη σιγουριά. Περιφρονήστε αυτή σας την τάση. Πρέπει να μάθουμε να ζούμε μες στην αβεβαιότητα, την ακέραιη και ολοκληρωτική ασάφεια. Δεν υπάρχει η τελευταία λέξη. Υπάρχει η σιωπή κάτω από τον βόμβο της εποχής μας.» δηλώνει ο συγγραφέας John Patrick Shanley μιλώντας για το έργο «Αμφιβολία: Μια παραβολή».

© Χρήστος Συμεωνίδης / Η Φιλαρέτη Κομνηνού και η Χριστίνα Χριστουδούλου στους ρόλους της αδελφής Αλοίσιους και της αδελφής Τζέιμς αντίστοιχα.

Η αδελφή Αλοίσιους, διευθύντρια ενός καθολικού σχολείου, κατηγορεί τον πατέρα Φλυν για την παρενόχληση ενός 12χρονου μαύρου μαθητή, του Ντόναλντ. Η αδελφή Αλοίσιους, ως μια αυστηρή, συντηρητική και προσκολλημένη στην παράδοση γυναίκα, φαίνεται να οργανώνει μια μεροληπτική και εμμονική εκστρατεία εναντίον του πατέρα Φλυν, η οποία στηρίζεται αποκλειστικά στο βαθύ ένστικτό της για αυτόν τον άνθρωπο. Αντίθετα, ο πατέρας Φλυν, όντας προοδευτικός και πιστεύοντας σε μια ανοιχτή προς όλους εκκλησία, από τη μία μας δίνει την εικόνα ενός απόλυτα αθώου ανθρώπου, ενώ από την άλλη αφήνει την εντύπωση κάποιου που φέρει ενοχές για κάτι απροσδιόριστο. Όμως, ποια είναι η οπτική της αλήθειας; Αυτή του πατέρα Φλυν, που διαρρηγνύει τα ιμάτιά του ότι είναι αθώος ή αυτή της εμμονικής αδελφής Αλοίσιους;

Το αινιγματικό «Αμφιβολία: Μια παραβολή» του John Patrick Shanley προσπαθεί να οδηγήσει στην κατάρρευση οποιασδήποτε βεβαιότητας μπορεί να έχουμε για τους άλλους ανθρώπους, να μας θυμίσει πόσο εύκολα η εμμονή γίνεται πεποίθηση, αλλά και το γεγονός ότι η ψυχή είναι μια απέραντη, σκοτεινή σπηλιά γεμάτη τέρατα. Πρόκειται για ένα παιχνίδι εξουσίας, μέσα στο οποίο οι χαρακτήρες είναι τόσο μπερδεμένοι, που ακόμα και οι ίδιοι πιστεύουν βαθιά τα ψέματα που λένε, παραδομένοι στις ανοιχτές πληγές του παρελθόντος και ανίκανοι να αντιμετωπίσουν τον δαίμονα που πλέον τους καθοδηγεί.

© Χρήστος Συμεωνίδης / Η Φιλαρέτη Κομνηνού, ο Νικόλας Χανάκουλας και η Χριστίνα Χριστουδούλου στην σκηνή της ανάκρισης του πατέρα Φλυν από την αδελφή Αλοίσιους.

Η Φιλαρέτη Κομνηνού δημιουργεί μια αδερφή Αλοίσιους σκλήρη και εμμονική, που έχει τον πλήρη έλεγχο όλων των συναισθημάτων της. Μια γυναίκα που ουρλιάζει εσωτερικά για βοήθεια γιατί βλέπει τα σημάδια ενός ατέλειωτου εφιάλτη αβεβαιότητας προ των πυλών, πράγμα το οποίο φαίνεται στην τελευταία φράση όπου με σπασμένη γεμάτη τρόμο φωνή λέει στην αδελφή Τζέιμς «έχω αμφιβολίες». Ο Νικόλας Χανακούλας ερμηνεύει τον ρόλο του πατέρα Φλυν έχοντας την απαιτούμενη αισιοδοξία όσον αφορά την πρόοδο των θεσμών αλλά και την απαιτούμενη ηρεμία ενός αθώου, ενώ ταυτοχρόνως προσδίδει και ψήγματα ενοχής μέσα από τα έντονα ξεσπάσματα του. Πρόκειται για μια ερμηνεία πολυεπίπεδη, που προσφέρει στον θεατή την ανάγνωση ενός ανθρώπου από πολλές διαφορετικές οπτικές γωνίες, άλλες πιο λείες και άλλες πιο αιχμηρές. Η Χριστίνα Χριστοδούλου ενσαρκώνει μια νευρική και μπερδεμένη από τα διαφορετικά ερεθίσματα αδελφή Τζέιμς, η οποία αμφιταλαντεύεται μεταξύ της συντηρητικής και αυστηρής λογικής της αδελφής Αλοίσιους και του προοδευτικού ανθρωποκεντρικού συναισθήματος του πατέρα Φλυν. Η Ξένια Ντάνια ως κυρία Μίλλερ, μητέρα του Ντόναλντ, σκιαγραφεί μια γυναίκα καταπιεσμένη, εγκλωβισμένη στην εικόνα του κόσμου, η οποία πασχίζει να κάνει το καλύτερο για το παιδί της, έχοντας ενοχές που δεν μπόρεσε να το γλιτώσει από την βία. Σε αυτό το εγχείρημα η κλιμάκωση της έντασης που χρησιμοποιεί κατά την διάρκεια του διαλόγου της με την αδερφή Αλοίσιους της επιτρέπει να κορυφώσει ωραία τον ρόλο της.

© Χρήστος Συμεωνίδης / Η Ξένια Ντάνια στον ρόλο της κ. Μίλλερ.

Το ευμετάβλητο και πολυεπίπεδο σκηνικό της Αλέγιας Παπαγεωργίου, σε συνδυασμό με την εναλλαγή κόκκινων και λευκών φωτισμών (Σάκης Μπιρμπίλης), δημιουργούν μια ατμόσφαιρα άλλοτε ψυχρή και αινιγματική και άλλοτε εκρηκτική, που προσφέρει στον θεατή μια συνεχή συναισθηματική διακύμανση που τον κρατάει σε εγρήγορση.

Σκηνοθετικά, ο Γιώργος Παπαγεωργίου έχει δώσει ένα κινηματογραφικό ύφος στην εναλλαγή των σκηνών, χρησιμοποιώντας εύστοχα τα λευκά συρόμενα ορθογώνια πλαίσια για να κρύψει την προηγούμενη σκηνή και να φανερώσει την επόμενη, προσφέροντας στον θεατή ένα έργο με συνεχή ροή, όπου τα πρόσωπα καλύπτονται και αποκαλύπτονται διαδοχικά. Επιπλέον, χρησιμοποιώντας τους λευκούς φωτισμούς, προσδίδει έναν τόνο καθημερινότητας σε αυτούς τους ανθρώπους, ενώ αξιοποιώντας τους κόκκινους φωτισμούς σηματοδοτεί το πέρασμα της έντασης σε κάτι πιο επικίνδυνο και σκοτεινό—το σημείο εκείνο όπου η λογική παραχωρεί τη θέση της στη βία. Αυτό που ξεχωρίζω στη συγκεκριμένη παράσταση είναι η τελευταία σκηνή, στην οποία φαίνεται ξεκάθαρα ότι όλες οι άμυνες της αδελφής Αλοίσιους έχουν πλέον καταρρεύσει, δείχνοντας το ανθρώπινο της πρόσωπο, καθώς αγκαλιάζει την αδελφή Τζέιμς ενώ ένα μελαγχολικό τραγούδι “σιγοσβήνει” τα φώτα.

© Χρήστος Συμεωνίδης / Ο Νικόλας Χανάκουλας ως πατέρας Φλυν.

Πηγή φωτογραφιών: https://www.athinorama.gr/