Ο Επιθεωρητής | Κριτική Θεάτρου

3–5 λεπτά

Βαθμολογία: 2.5 από 5.

«Καταρχάς κανένας χαρακτήρας στην παράσταση δεν έχει θετικό πρόσημο. Ο Χλεστιακώφ είναι ένας τυχοδιώκτης ο οποίος γυρίζει από πόλη σε πόλη. Ζει όπως του τα φέρνει το κύμα της ζωής και καταφέρνει με ένα άγγιγμα του να δημιουργήσει μια τεράστια δίνη σε αυτό το διεφθαρμένο σύστημα που υπάρχει. Ένα μόνο άγγιγμα αυτού του τυχοδιώκτη αποκαλύπτει τον ζόφο που επικρατεί στη γραφειοκρατία, τον παραλογισμό, αλλά και το σκοτάδι και την επικινδυνότητα, καθώς οι υπόλοιποι χαρακτήρες μοιάζουν με μία συμμορία και είναι υπεύθυνοι, ας πούμε, για τη δημόσια υγεία, για τα ιδρύματα, για τα σχολεία…» αναφέρει ο Θοδωρής Σκυφτούλης όσον αφορά τον ρόλο Χλεστιακόφ τον οποίο υποδύεται (news247.gr, Συνέντευξη: Γεωργία Οικονόμου).

© Πάτροκλος Σκαφίδας / Ο Στέλιος Μάινας στον ρόλο του Επάρχου.

Σε μια επαρχιακή πόλη στα βάθη της Ρωσίας, η ανακοίνωση της άφιξης ενός επιθεωρητή προκαλεί αναστάτωση στις τοπικές αρχές, οι οποίες «γλεντοκοπώντας» αδιάκοπα με τα λεφτά από τις διάφορες επιχορηγήσεις έχουν αφήσει την ιδέα της κοινότητας να μουχλιάζει σε κάποιο ξεχασμένο ντουλάπι. Η παρεξήγηση που θα δημιουργηθεί θα τους φέρει πρόσωπο με πρόσωπο με κάποιον που νομίζουν ότι είναι ο επιθεωρητής ενώ δεν είναι. Έναν τυχοδιώκτη και καιροσκόπο που αντιλαμβάνεται γρήγορα το μπέρδεμα και γνωρίζοντας πλέον τις αυθαιρεσίες τους, προσπαθεί να επωφεληθεί όσο μπορεί της θολής κατάστασης και να το σκάσει για τον επόμενο προορισμό του. Ο ψευτο-επιθεωρητής διασκεδάζοντας με τις κολακείες τους και λαμβάνοντας τις «ευγενικές» χειρονομίες τους σε όποιον τομέα και αν εμπίπτουν αυτές, τους εξευτελίζει όσο μπορεί και ύστερα παίρνει τα πράγματα του και φεύγει σαν κύριος από την πόλη αυτή. Και στο σημείο που νομίζεις ότι ο Χλεστιακόφ τους έχει ξεγελάσει, η στιβαρή εικόνα της εξουσίας διψασμένη πλέον για εκδίκηση επανέρχεται, υπενθυμίζοντας τον τρόμο και την φρίκη της απολυταρχίας σε αυτούς που τα αμφισβήτησαν.

Ο αναρχικός «Επιθεωρητής» του Νικολάι Γκόγκολ, σε απόδοση κειμένου Γιάννη Κακλέα, εκσυγχρονίζει το έργο φέρνοντας το στην εποχή του εξουσιομανούς Πούτιν και εμπλουτίζοντας το κείμενο του με μπηχτές – διδακτικής υφής – όσον αφορά μια Ελλάδα που παλεύει ακόμα να ξεπεράσει την προχειρότητα, την εξαντλητική γραφειοκρατία και τη διαφθορά. Το τελευταίο στοιχείο αφήνει σε μεγάλο βαθμό τα νοήματα του κειμένου αναξιοποίητα – εξαιρώντας το καθηλωτικό τέλος – μη εισχωρώντας στην ουσία του κεντρικού προβλήματος, δηλαδή στη νοοτροπία ενός ανεπαρκούς και ωφελιμιστικά σκεπτόμενου κράτους σε βάρος των πολιτών του.

© Πάτροκλος Σκαφίδας / Ο Αλέξανδρος Ζουριδάκης, ο Στράτος Λύκος και ο Δημήτρης Διακοσάββας στους ρόλους των δημόσιων λειτουργών.

Ο Στέλιος Μάινας περνάει από έναν υποτακτικό γλοιώδη κρατικό λειτουργό σε ένα στιβαρό και αδίστακτο σύμβολο εξουσίας έτοιμο να ξεσπάσει τη μανία του και να διεκδικήσει αυτά που του ανήκουν. Αυτή η απότομη αλλαγή δίνει πολύ ωραία την αντίθεση των διάφορων προσωπείων που χρησιμοποιούν οι άρχοντες του κόσμου προκειμένου να τον τοποθετήσουν στο σημείο που θέλουν, την στιγμή που θέλουν, μέχρι να καταφέρουν να ανατρέψουν τον οποιονδήποτε αντίπαλο και να απολαύσουν την ηδονή της απόλυτης κυριαρχίας. Στον αντίθετο πόλο, ο Θοδωρής Σκυφτούλης ενσαρκώνει έναν αέρινο επιθεωρητή, έχοντας την αύρα και την πονηριά ενός μικροαπατεώνα, που προσπαθεί να αρπάξει ό,τι μπορεί και να φύγει, επιδεινώνοντας την κατάσταση του σάπιου συστήματος πράγμα που υποδηλώνει και μια υφέρπουσα δειλία του ήρωα. Παράλληλα, η ερμηνεία του βασισμένη σε μεγάλο βαθμό στο στοιχείο του αυτοσχεδιασμού και του αυθορμητισμού, παραμένει στα όρια του συνήθη τρόπου προσέγγισης που χρησιμοποιεί. Ικανοποιητικά πλαισιώνουν οι υπόλοιποι συντελεστές (Άνδρη Θεοδότου, Αλέξανδρος Ζουριδάκης, Στράτος Λύκος, Δημήτρης Διακοσάββας, Παναγιώτης Παπαϊωάννου, Φραγκίσκη Μουστάκη, Γιάννης Λατουσάκης, Νίκος Κωνσταντόπουλος, Άρης Κακλέας, Αργύρης Λάμπρου, Μάιρα Γραβάνη, Φαίη
Φραγκαλιώτη).

© Πάτροκλος Σκαφίδας / Η Άνδρη Θεοδότου στον ρόλο της συζύγου του Επάρχου.

Μια σιδερένια, εύπλαστη κατασκευή (Ηλένια Δουλαδίρη), που άλλοτε μεταμορφώνεται σε παρακμιακό στριπτιτζάδικο και άλλοτε στο πλούσιο χρωματικά σπίτι του Επάρχου τοποθετείται εύστοχα απέναντι στο κλίμα του έργου, με τη μουσική του Βάιου Πράπα να αγκαλιάζει τους ηθικά φθαρμένους ήρωες.

Το φίλτρο του ξεπεσμού μέσα από το οποίο εξετάζει η κάμερα του Γιάννη Κακλέα τον «Επιθεωρητή», παραμένει σε μια σύγχρονη επιφάνεια των γεγονότων, η οποία περισσότερο ναρκώνει τους θεατές – γεγονός που σε κάποιο σημείο παραμένει κατανοητό λαμβάνοντας υπόψη τον εναλλακτικό ουσιαστικό τέλος που δίνεται στην παράσταση – αλλά δεν δικαιολογεί τη μονοτονία που διέπει την υπόλοιπη παράσταση. Επιπλέον, η χρήση των βίντεο καθίσταται ανούσια, καθώς δεν προσδίδουν κάτι διαφορετικό στο ύφος, παρά μόνο επιμηκύνουν την διάρκεια του έργου. Ξεχωρίζω την τελευταία σκηνή, στην οποία η καταλυτική παρουσία του Στέλιου Μάινα πάνω στην σκηνή, να ξεστομίζει απειλές παραλύει το εφησυχασμένο κοινό που έκπληκτο παρακολουθεί το φαιδρό πρόσωπο της εξουσίας πλήρως απογυμνωμένο και ωμό.

© Πάτροκλος Σκαφίδας / Όλος ο θίασος της παράστασης επί σκηνης.

Πηγή φωτογραφιών: more.com