«Δεν θέλαμε να επιβάλουμε μια δική μας ανάγνωση, είτε με τη δραματουργία είτε με το παίξιμο, πράγμα που γινόταν κατά κόρον. Έχω δηλαδή μια αντίληψη ηθική για το ίδιο το έργο, και παίζω σαν ηθοποιός, σύμφωνα με αυτή, για να το μεταδώσω στον κόσμο με μια υπεραναλητικότητα και έναν διδακτισμό. Εμείς αντίθετα, παραθέτουμε την αφήγηση, ζεστή, ζωντανή, ανάγλυφη αλλά χωρίς διάθεση να τη
«σερβίρουμε» με συγκεκριμένο τρόπο.» δηλώνει ο Ακύλλας Καραζήσης, – ο οποίος σκηνοθετεί την παράσταση σε συνεργασία με τον Νίκο Χατζόπουλο – όσον αφορά το αν υπάρχει κάποια δική του προσδοκία σχετικά με την ανάγνωση του έργου από το κοινό (olafaq.gr, Συνέντευξη: Βαγγέλης Μαρινάκης).

Μια αινιγματική γυναίκα, η Λου Σαλομέ, παρακαλεί τον Αυστριακό γιατρό Γιόζεφ Μπρόιερ να αναλάβει τον μεγάλο Γερμανό φιλόσοφο Φρίντριχ Νίτσε, με σκοπό την θεραπεία της απύθμενης απελπισίας και μελαγχολίας του. Οι πρώτες τους συναντήσεις αποβαίνουν άκαρπες για τον Μπρόιερ, ο οποίος σε συνεργασία με τον νεαρό συνάδελφο και φίλο του Φρόιντ προσπαθεί να βρει την σχισμή της ψυχής του Νίτσε που θα του επιτρέψει να εισχωρήσει στις πιο ενδόμυχες και σκοτεινές σκέψεις του. Βλέποντας ότι ο Νίτσε δεν έχει το θάρρος να παραδεχτεί τις αδυναμίες του και ενώ οι κρίσεις του εντείνονται, ο Μπρόιερ του προτείνει μια ιδιαίτερη συμφωνία, προκειμένου να τον κάνει να ανοιχτεί. Όμως καθώς η συμφωνία προχωρά με τον Μπρόιερ πλέον στην θέση του θεραπευόμενου, ο τελευταίος αναθεωρώντας την ζωή του, αντιλαμβάνεται ότι είναι εγκλωβισμένος στο ίδιο κλουβί με τον Νίτσε – ένα κλουβί ερμητικά κλειστό όπου οι σκιές των φόβων και των πόθων θεριεύουν κατασπαράζοντας την ευτυχία των ανθρώπων. Τώρα, η συμφωνία μετατρέπεται σε μια διπλή ψυχοθεραπεία οπού τα όρια ανάμεσα στους ρόλους του θεραπευτή και του θεραπευόμενου είναι δυσδιάκριτα, με του δύο ήρωες να βρίσκουν την λύτρωσή τους μέσα από την οικοδόμηση μιας δυνατής φιλίας.
Το βαθυστόχαστο «Όταν έκλαψε ο Νίτσε» του Ίρβιν Γιάλομ, σε θεατρική διασκευή της Ευαγγελίας Ανδριτσάνου εστιάζει στην ίαση των πληγών των δύο ανδρών μέσα από την περιήγηση στο μονοπάτι της ειλικρίνειας αλλά και την διαλογική αντιπαράθεση μεταξύ των δύο ισχυρών προσωπικοτήτων. Δύο βασιλιάδες σε μια σκακιέρα όπου οι βασίλισσες έχουν προτιμήσει την συντροφιά άλλων πιονιών, με την παρτίδα να καταλήγει εκατέρωθεν σε ρουά ματ. Δύο μεσήλικες που δεν μπορούν να απαντήσουν αν η ζωή που έχουν επιλέξει μέχρι στιγμής τους ικανοποιεί ή όχι, με την εξελικτική πορεία του ενός να είναι αλληλένδετη με την εξελικτική πορεία του άλλου.

Ο Γιάννης Κότσιφας ενσαρκώνει έναν Γιόζεφ Μπρόιερ λογικό, προσγειωμένο και παραδομένο σε μια ιδανική εικονική πραγματικότητα, την οποία αρνείται να αντιμετωπίσει στην ουσία της, μία στάση πίσω από την οποία υποβόσκει μια έντονη αλαζονεία. Παρ’ ολ’ αυτά, όταν ο ρόλος του απαιτεί μια μεγαλύτερη ένταση και μεγαλύτερη φυσικότητα καθίσταται ανεπαρκής στην απόδοση της απόγνωσης του ήρωα.
Ο Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, αναλαμβάνοντας έναν εξαιρετικά απαιτητικό ρόλο – αυτόν του Νίτσε – δημιουργεί ένα όν αξιοπερίεργο αλλά ταυτόχρονα απόλυτα γήινο, το οποίο περιφέρεται μεταξύ των λέξεων προσπαθώντας να τις μεταχειριστεί όσο πιο τρυφερά γίνεται προκειμένου να μην τις απογοητεύσει όπως έκανε με την Λου Σαλομέ. Κατ’ αυτόν τον τρόπο φωτογραφίζει με την ερμηνεία του έναν ρομαντικό ποιητή, έναν εύθραυστο, μοναχικό άνθρωπο αλλά και έναν καχύποπτο ασθενή, στοιχεία τα οποία συντελούν στη σκιαγράφηση ενός ήρωα που κινείται αέρινα μεταξύ διαφορετικών διαστάσεων.
Ο Θάνος Λέκκας φέρει τη φιλοδοξία, τον αυθορμητισμό αλλά και το καινοτόμο πνεύμα του νεαρού Ζίγκμουντ Φρόιντ, συμβολίζοντας την αυγή μιας νέας εποχής στην ψυχανάλυση. Αξιοσημείωτη είναι η συμβολή του και στα αφηγηματικά κομμάτια της παράστασης στα οποία έχει αποδείξει ότι είναι εξαιρετικός (λαμβάνοντας υπόψη προηγούμενες δουλείες όπως «Μια Άλλη Θήβα», «Blink»), δίνοντας πάντοτε την απαιτούμενη ζωντάνια στην ιστορία που καλείται να μας πει.

Το ξύλινο δάπεδο που ντύνει το κέντρο της σκηνής σε συνδυασμό με το ρυθμικό μοτίβο από το κομμάτι «L’amour est un oiseau rebelle» της Carmen του Bizet, πλαισιώνει με κομψότητα τους τρεις κυρίους που συνδιαλέγονται επί σκηνής.
Φορώντας τα γυαλιά της απλότητας ο Ακύλλας Καραζήσης και ο Νίκος Χατζόπουλος σκηνοθετούν μια παράσταση που υπογραμμίζει τον ευεργετικό χαρακτήρα της ανθρώπινης επαφής. Τοποθετώντας τους ηθοποιούς σε αυτό τον στενό χώρο, ενισχύουν την πίεση και την ασφυξία των δύο μελών της ψυχοθεραπείας, τα οποία ανήμπορα να δραπετεύσουν, αναγκάζονται να περιοριστούν στην έκφραση της αλήθειας και μόνο της αλήθειας. Στην διατήρηση ενός πνευματικά και συναισθηματικά φορτισμένου κλίματος, συμβάλλει και η ιδέα της αναζήτησης της θέσης πάνω στην σκηνή των δύο κεντρικών χαρακτήρων (ιδιαίτερα στο δεύτερο μέρος της παράστασης), στοιχείο που κάθε φορά διαμορφώνει την δυναμική ισορροπία μεταξύ τους, καθορίζοντας τον θεραπευτή και τον θεραπευόμενο. Αρνητικό σημείο αποτελεί ο αργός ρυθμός με τον οποίο εξελίσσονται τα γεγονότα στο πρώτο μέρος, γεγονός στο οποίο συντελεί και η μεγάλη έκταση που καταλαμβάνει ορισμένες φορές το αφηγηματικό ύφος.
Συνολικά, η λιτότητα και η κομψότητα με την οποία αντιμετωπίζουν οι δύο σκηνοθέτες το φιλοσοφικό έργο του Γιάλομ σε συνδύασμό με τις καλές ερμηνείες – με τον Κωνσταντίνο Αβαρικιώτη να διαμορφώνει έναν εξαίσιο Νίτσε – κατορθώνει να αντισταθμίσει με επιτυχία τον αργό ρυθμό στο πρώτο μέρος της παράστασης.

Πηγή φωτογραφιών: ticketservices.gr
Πληροφορίες παράστασης: Όταν έκλαψε ο Νίτσε του Ίρβιν Γιάλομ, σε σκηνοθεσία Ακύλλα Καραζήση και Νίκου Χατζόπουλου στο Θέατρο Οδού Κεφαλληνίας
Διαβάστε περισσότερα
-
Ο Γιάννης Χουβαρδάς, συνενώνοντας τον «Οιδίποδα Τύραννο» και τον «Οιδίποδα Επί Κολωνώ» του Σοφοκλή, προτείνει μια ανανεωμένη ανάγνωση της ιστορίας. Στην εκδοχή του, η λυτρωτική στιγμή του τέλους γίνεται αφετηρία για την κατάκτηση του πολυπόθητου εαυτού και, κατ’ επέκταση, για…
-
Η παράσταση-φαινόμενο των τελευταίων χρόνων, μετά από αλλεπάλληλα sold out, πάνω από 200.000 θεατές και δύο πολύ επιτυχημένες καλοκαιρινές περιοδείες, συνεχίζει την πορεία της για 4η χρονιά για λίγες μόνο παραστάσεις στο Θέατρο Κνωσός.
-
Γιορτάζοντας 50 χρόνια συνεχούς επαγγελματικής παρουσίας στο θέατρο, ο Γιάννης Χουβαρδάς μεταφράζει, διασκευάζει και σκηνοθετεί τον Οιδίποδα Τύραννο και τον Οιδίποδα επί Κολωνώ του Σοφοκλή σε μία παράσταση ως ενιαίο έργο.




