Η Τελευταία Απολογία του Νίκου Κοεμτζή | Κριτική Θεάτρου

3–4 λεπτά

Βαθμολογία: 3.5 από 5.

«Είναι μία ιστορία που με απασχολεί από την εφηβεία μου. Για διάφορους λόγους: ιστορικούς, κοινωνικούς αλλά και προσωπικούς. Τους ιστορικούς και τους κοινωνικούς λόγους τους εντοπίζω σε ένα βασικό ερώτημα που αφορά στην όλη ιστορική και κοινωνική υπόθεση της Ελλάδας: που οφείλεται η κακοδαιμονία του τόπου μας; Τους προσωπικούς τους ανακάλυψα αφού έγραψα το κείμενο μέσα από μια αναδρομική ανασκόπηση.» δηλώνει ο Βαγγέλης Γέττος, συγγραφέας του έργου, όσον αφορά το τι πυροδότησε την δημιουργία ενός μονολόγου γύρω από το έγκλημα και την υπόθεση του Νίκου Κοεμτζή (tovima.gr, Συνεντεύξη: Άντα Δαλιάκα).

Ο Νίκος Κοεμτζής καθώς αφήνει την τελευταία του πνοή πάνω σε έναν πάγκο στο Μοναστηράκι – στον οποίο πουλούσε την αυτοβιογραφία του – ζητά να αφηγηθεί για μια τελευταία φορά την ιστορία του. Αλλά όχι σε ανακριτές, δικαστές και αστυνομικούς, αλλά σε απλούς, καθημερινούς ανθρώπους. Μια ιστορία που δεν εγκλωβίζεται μόνο στη νύχτα του εγκλήματος, αλλά περιηγείται στα δύσβατα μονοπάτια της παιδικής ηλικίας, περικυκλώνει την πληγή αυτού του ανθρώπου και χαρτογραφεί τις μνήμες ενός ατόμου που έζησε τον Μεσοπόλεμο, την Κατοχή, την Αντίσταση, τον Εμφύλιο και τη Χούντα.

Το επιβλητικό «Η Τελευταία Απολογία του Νίκου Κοεμτζή» του Βαγγέλη Γέττου, εξετάζοντας το βάθος της πληγής του Νίκου Κοεμτζή, καταφέρνει να εισχωρήσει βαθύτερα στα αίτια του αποτρόπαιου εγκλήματος που συντελέστηκε στις 25 Φεβρουαρίου 1973, πάνω στην πίστα της «Νεράιδας της Αθήνας». Αρκούσε μια στιγμή, μια παραγγελιά προκειμένου να γίνει η εσωτερική έκρηξη και η λάβα των φορτίων και των τίτλων που του φόρεσε η κοινωνία να τους κάψει ανεπανόρθωτα. Η ρεαλιστική γραφή του Βαγγέλη Γέττου, αποτυπώνει – σε ένα σύντομο και περιεκτικό κείμενο – τον άνθρωπο που κρύβεται κάτω από την κοινωνική ταμπέλα του αιμοσταγούς δολοφόνου· έναν άνδρα που φλέγεται να ζήσει, να γλεντήσει και να αναδυθεί από την θάλασσα των τραυμάτων του, αλλά τα στοιχειά του παρελθόντος δεν τον αφήνουν.

Ο Μάρκος Γέττος ενσαρκώνει τον Νίκο Κοεμτζή.

Περιηγούμενος στο μονοπάτι των παιδικών τραυμάτων, της ταπείνωσης και της εσωστρέφειας του Νίκου Κοεμτζή, ο Μάρκος Γέττος αποτυπώνει με ακρίβεια τις ευαισθησίες αυτού του πληγωμένου αγριμιού. Αυξομειώνοντας τον τόνο της φωνής του και κατανοώντας πλήρως το συναισθηματικό υπόβαθρο του κειμένου, επιτυγχάνει μια στιβαρή ερμηνεία που διεισδύει τόσο στην ασφυξία που οδηγεί τον ήρωα στο έγκλημα όσο και στην αληθινή μεταμέλειά του, συνειδητοποιώντας το βάρος της πράξης του.

Σκηνογραφικά, η Λυδία Κιμούλη δημιουργεί μια εικόνα, η οποία αποτελείται από δύο πρόχειρες μεν, λειτουργικές δε, μονόχρωμες κατασκευές που θυμίζουν περίπτερο, καθώς και έναν πάγκο με βιβλία που απεικονίζει το σημείο όπου άφησε την τελευταία του πνοή ο Νίκος Κοεμτζής. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, δεν καταφέρνει να δημιουργήσει την κατάλληλη ατμόσφαιρα. Ίσως, μια περισσότερο αφαιρετική διάθεση να ενίσχυε την αισθητική και την ανάδειξη της ουσίας της ιστορίας αυτού του ανθρώπου.

Ο Κώστας Κιμούλης, αξιοποιώντας μια πληθώρα οπτικοακουστικών μέσων κατά τη διάρκεια της παράστασης – με μερικά ηχητικά αποσπάσματα να είναι αρκετά μακροσκελή – και καθοδηγώντας τον Μάρκο Γέττο σε μια λιτή κινησιολογία, δημιουργεί μια πολυσχιδή παράσταση με κεντρικό άξονα τις αντιθέσεις της ανθρώπινης ύπαρξης. Στην πραγμάτωση του σκηνοθετικού οράματος συνδράμουν και οι φωτισμοί του Πέτρου Φιωτάκη που προσδίδουν άλλοτε μια πιο τρυφερή και άλλοτε μια πιο αινιγματική χροιά, φωτίζοντας εύστοχα τις διαφορετικές πλευρές του χαρακτήρα.

Σύνοψη


Μια διεισδυτική απόδοση της ανθρώπινης διάστασης του αμφιλεγόμενου Νίκου Κοεμτζή, που παίρνει σάρκα και οστά μέσα από τη στιβαρή ερμηνεία του Μάρκου Γέττου, αποδυναμωμένη από τη σκηνογραφία της Λυδίας Κιμούλη.

Περιηγούμενος στο μονοπάτι των παιδικών τραυμάτων, της ταπείνωσης και της εσωστρέφειας του Νίκου Κοεμτζή, ο Μάρκος Γέττος αποτυπώνει με ακρίβεια τις ευαισθησίες αυτού του πληγωμένου αγριμιού.

Πηγή φωτογραφιών: more.com