Στο νέο του έργο, ο Γρηγόρης Λιακόπουλος επιχειρεί να θέσει θεμελιώδη ερωτήματα πάνω στη διαμάχη μιας ζωής που βράζει στα σπλάχνα των καταπιεσμένων ανθρώπινων όντων και μιας ζωής από την οποία το άτομο προσπαθεί μονάχα να εξασφαλίσει την επιβίωσή του. Παρόλο που το αρχικό εγχείρημα είναι έξυπνο, η πολυπλοκότητα της συνθήκης που εισάγει στο κείμενο δεν καταφέρνει να εξάψει το ενδιαφέρον του θεατή, ο οποίος κάποια στιγμή παραιτείται από την αναζήτηση της ουσίας. Οι διάλογοι από ταινίες, από τη μια, τονίζουν την επικοινωνία των ηρωίδων μέσα από μια βολική ψευδαίσθηση· από την άλλη, όμως, εντείνουν τη σύγχυση του θεατή, ο οποίος προσπαθεί να ξεδιαλύνει την ασάφεια. Μόνο στο τέλος φωτίζεται ο αρχικός στοχασμός, όταν πλέον οι ισορροπίες του κειμένου μπαίνουν σε μια περισσότερο λογική βάση, η οποία φανερώνει ξεκάθαρα πλέον τη συγγραφική πρόθεση.

Η ιστορία στήνεται σε ένα άχρονο περιβάλλον, στο οποίο δύο γυναίκες, άνεργες ηθοποιοί, έχοντας ξεπεράσει τα συμβατικά όρια της επικοινωνίας, έρχονται σε επαφή πλέον μόνο μέσω της μεταμφίεσής τους σε κινηματογραφικούς χαρακτήρες. Η μία, προσγειωμένη στον βιοπορισμό, και η άλλη, πετώντας στα ουράνια ενός ανεκπλήρωτου ονείρου, θα αναγκαστούν να επαναπροσδιοριστούν μετά την αποχώρηση της δεύτερης από την κινηματογραφική ψευδαίσθηση. Κρατώντας στα χέρια το συγκεκριμένο κείμενο, ο Θοδωρής Αμπαζής καταφέρνει να αποδώσει ωραία τις εναρκτήριες σκηνές της σιωπής και το έξυπνα σκηνοθετημένο φινάλε. Εξαιρώντας τα προαναφερθέντα, στην ασάφεια που δημιουργείται από το ίδιο το κείμενο, συμβάλλει και η αδυναμία της σκηνοθεσίας του να διαχωρίσει, τις περισσότερες φορές, τις στιγμές που οι ηρωίδες παίζουν ρόλους από εκείνες που αποκρίνονται η μία στην άλλη ως ρεαλιστικές οντότητες. Παράλληλα, η μουσική – την οποία επιμελείται ο ίδιος – εστιάζοντας στο μεγαλύτερο μέρος της παράστασης στο ίδιο μοτίβο, προσδίδει μια μονοτονία στην μετάβαση μεταξύ των σκηνών, αφήνοντας μια κοινή αίσθηση για τη σχέση των ηρωίδων. Ευχάριστη έκπληξη η μουσική επιλογή του τέλους.

Ερμηνευτικά, η Τζωρτζίνα Δαλιάνη και η Καλλιρόη Μυριαγκού παρότι έχουν καλή σκηνική χημεία, δεν καταφέρνουν να σώσουν το τελικό αποτέλεσμα. Η Καλλιρόη Μυριαγκού, ενώ στην αρχή εμφανίζεται υποτονική στον ρόλο της, μετά τη μέση την παρατηρούμε να ανακτά σε έναν βαθμό τις δυνάμεις της, προκειμένου να αποτυπώσει την πληγωμένη πτυχή του χαρακτήρα της. Θετική εντύπωση μου έκανε η ερμηνευτική κομψότητα και φινέτσα της Τζωρτζίνα Δαλιάνη, η οποία περνά με επιτυχία από την εφηβική ονειροπόληση σε μια ανώμαλη προσγείωση στα κακοτράχαλα λημέρια της πραγματικότητας, διατηρώντας ταυτόχρονα την ευθραυστότητα της ηρωίδας της.

Συμπέρασμα
Οι φιλότιμες ερμηνείες των δύο ηθοποιών και το μελετημένο φινάλε παλεύουν να διασώσουν μια παράσταση που εγκλωβίζεται στην πολυπλοκότητα μιας συνθήκης, η οποία δεν αποφέρει τους αναμενόμενους καρπούς στοχασμού.

Πηγή φωτογραφιών: theatro-technis.gr
Πληροφορίες παράστασης: «Σιωπή» του Γρηγόρη Λιακόπουλου, σε σκηνοθεσία Θοδωρή Αμπαζή στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης
Διαβάστε περισσότερα
-
Τριάντα τρία χρόνια μετά το ανέβασμα του έργου από τον Μίμη Κουγιουμτζή, στη μνήμη του οποίου αφιερώνεται και η παράσταση, η τραγική ηρωίδα του Λόρκα ζωντανεύει ξανά στη σκηνή του Θεάτρου Τέχνης, με νέα σκηνοθετική ματιά της Μαρίας Πρωτόπαππα.
-
Το έργο «Ο Τύραννος και η κόρη», σε σκηνοθεσία Χριστόφορου Χριστοφή, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών από 13 έως 16 Νοεμβρίου.
-
Πρεμιέρα απόψε για την παράσταση «Η πόλη των τυφλών», σε σκηνοθεσία Έμιλυς Λουίζου στην Πειραιώς 260
Η Έμιλυ Λουΐζου σκηνοθετεί την «πόλη των τυφλών» του Σάιμον Στίβενς, μια διασκευή στο Περί τυφλότητος του Ζοζέ Σαραμάγκου, στον Χώρο Ε’ της Πειραιώς 260.




