Η «Ορέστεια» του Αισχύλου, αυξομειώνοντας την εστίαση από το ατομικό στο συλλογικό και διερευνώντας τη μετάβαση από το άγραφο στο θεσμοθετημένο δίκαιο, περιηγείται στα μονοπάτια της υπόγειας βιαιότητας καθώς και στα λεπτά όρια της εξουσίας. Η ανάγνωση του Θεόδωρου Τερζόπουλου, τοποθετώντας στο επίκεντρο τη διαχρονικά και καθολικά θνητή φύση του ανθρώπου, δημιουργεί μια εικαστικά και αισθητικά προσεγμένη παράσταση, που σκοντάφτει δραματουργικά στη σύνδεση των δύο πρώτων έργων με το τελευταίο. Πιο συγκεκριμένα, στις τραγωδίες “Αγαμέμνων” και “Χοηφόροι” φαίνεται να δίνεται μεγαλύτερο βάρος στην οικογενειακή συμφορά του οίκου των Ατρειδών, ενώ η περισσότερο καταγγελτική χροιά της σκηνοθεσίας στις “Ευμένιδες” μετατοπίζει απότομα το ενδιαφέρον στη συλλογική συνείδηση και την υποδούλωση των Ερινυών από τη θεά Αθηνά, επισκιάζοντας τη δίκη του Ορέστη. Την δραματουργική ασυνέχεια, που δημιουργείται, καλύπτει ως έναν βαθμό η έξυπνη διαχείριση των συμβολισμών του κειμένου, καθώς και των – περιορισμένων σε αριθμό – σκηνικών αντικειμένων.

Παρά την όμορφη αισθητικά εικόνα και τη συναισθηματική αποστασιοποίηση, υπό το πρίσμα των οποίων παρουσιάζονται οι δύο πρώτες πράξεις της τριλογίας, η προσοχή μας γαντζώνεται από το ορμητικό συναίσθημα και την εφιαλτική υφή της τρίτης πράξης. Στις “Ευμένιδες”, ο στοχασμός του Τερζόπουλου γίνεται άμεσος και αιχμηρός – χωρίς να πέφτει στην παγίδα της επεξήγησης – προειδοποιώντας για έναν κόσμο στον οποίο ο ήλιος της αλληλεγγύης έχει εκλείψει και ο άνθρωπος περιπλανιέται αβοήθητος μέσα στις φλόγες του πολέμου, αιχμάλωτος κάτω από τη ρομφαία των άπληστων ηγεμόνων του κόσμου. Η ανάγνωση του τελευταίου μέρους, σε συνδυασμό με τους έντονους κόκκινους φωτισμούς και τα ηχητικά αποσπάσματα του φινάλε, δημιουργούν τοπία ενός φαύλου κύκλου φρίκης, τα οποία εντυπώνονται βαθιά στη μνήμη του θεατή.

Ορόσημο της παράστασης αποτελεί αναμφισβήτητα ο Χορός (Μπάμπης Αλεφάντης, Κατερίνα Αμπλιανίτη, Έβελυν Ασουάντ, Χριστόφορος Βογιατζής, Ναταλία Γεωργοσοπούλου, Κατερίνα Δημάτη, Πύρρος Θεοφανόπουλος, Έλλη Ιγγλίζ, Βασιλίνα Κατερίνη, Θάνος Μαγκλάρας, Ελπινίκη Μαραπίδη, Άννα Μαρκά Μπονισέλ, Λυγερή Μητροπούλου, Ρόζυ Μονάκη, Ασπασία Μπατατόλη, Νίκος Ντάσης, Ντίνος Παπαγεωργίου, Βαγγέλης Παπαγιαννόπουλος, Σταύρος Παπαδόπουλος, Μυρτώ Ροζάκη, Γιάννης Σανιδάς, Αλέξανδρος Τούντας, Κατερίνα Χιλλ, Μιχάλης Ψαλίδας). Με σώμα και πνεύμα σε απόλυτη αρμονία, τα είκοσι τέσσερα σώματα των ηθοποιών παίρνουν μια ενιαία μορφή που μετουσιώνεται άλλοτε στη φωνή του λαού, άλλοτε στη θλίψη των Χοηφόρων και άλλοτε στη μανία των Ερινυών. Ο συγχρονισμός και η εξαιρετική επικοινωνία των συντελεστών επί σκηνής καθιστούν το αποτέλεσμα μοναδικό και αισθητικά άρτιο, διατηρώντας καθ΄ όλη την διάρκεια της παράστασης το μυσταγωγικό κλίμα που απαιτεί το έργο και προσφέροντας στο θεατή στιγμές πνευματικής ανύψωσης.

Η μεγαλύτερη αδυναμία της παράστασης προέρχεται από τη φόρμα μέσω της οποίας επέλεξε να αποδώσει ο Τερζόπουλος τα δραματικά πρόσωπα του έργου. Εδώ, το έντονο στιλιζάρισμα δεν επιτρέπει την ανάδειξη του συναισθηματικού πλούτου της τριλογίας, ενώ ταυτόχρονα περιορίζει σε μεγάλο βαθμό τους ηθοποιούς, οδηγώντας τους, τις περισσότερες φορές, σε μια στομφώδη και αφύσικη εκφορά λόγου. Οι Έλλη Ιγγλίζ (Τροφός), Άννα Μαρκά Μπονισέλ (Προφήτις), Νίκος Ντάσης (Απόλλων), Μυρτώ Ροζάκη (Ηλέκτρα), Σάββας Στρούμπος (Αγαμέμνων), Αλέξανδρος Τούντας (Οικέτης), Τάσος Δήμας (Φύλακας, Κορυφαίος, Προπομπός) και Σοφία Χιλλ (Κλυταιμνήστρα, Το Είδωλον της Κλυταιμνήστρας) εγκλωβισμένοι στην αυστηρή φόρμα, δεν κατορθώνουν να εισχωρήσουν στην ουσία του κειμένου και να συμβαδίσουν με τον υποβλητικό Χορό. Την περιοριστική συνθήκη αυτή διαχειρίζονται καλύτερα, ο Μπάμπης Αλεφάντης, του οποίου η σωματικότητα προσδίδει ιδιαίτερο χαρακτήρα στον Πυλάδη, ο Δαυίδ Μαλτέζε ως αλαζόνας Αίγισθος, η Αγλαΐα Παππά, που ενσαρκώνει με πυγμή την εξουσιαστική φιγούρα της Αθηνάς, και ο Ντίνος Παπαγεωργίου, ο οποίος προσδίδει μια γήινη διάσταση στον ρόλο του κήρυκα. Ξεχωρίζουν ο Κωνσταντίνος Ζωγράφος, που ξεφεύγει από το πομπώδες ύφος του γενικού συνόλου και δίνει σχήμα στον Ορέστη μέσα από μια ευεργετική λιτότητα, και η Έβελυν Ασουάντ, που μέσα από την βαθιά συναισθηματική της ερμηνεία, μετασχηματίζει την Κασσάνδρα σε ένα διαχρονικό αντιπολεμικό σύμβολο.

Συμπέρασμα
Ο επιβλητικός Χορός και η εικαστική αρτιότητα της σκηνοθεσίας του Τερζόπουλου αντισταθμίζουν τις δραματουργικές ασυνέχειες και την αρνητική επίδραση της δεσμευτικής φόρμας στις ερμηνείες των περισσότερων κεντρικών ρόλων.

Πηγή φωτογραφιών: n-t.gr
Την παράσταση παρακολουθήσαμε στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου στις 23 Αυγούστου.
Πληροφορίες παράστασης: Μετά τη θριαμβευτική της πορεία σε ξεχωριστούς σταθμούς, η «Ορέστεια» του Αισχύλου επιστρέφει στις 22 & 23 Αυγούστου στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου, ολοκληρώνοντας τον φετινό επιδαύριο κύκλο του Φεστιβάλ
Διαβάστε περισσότερα
-
Μέσα από μια σβέλτη κωμωδία με ευρύ κοινωνικό υπόβαθρο, ο Σωτήρης Ρουμελιώτης και ο Γιάννης Αποσκίτης μετουσιώνουν μια σάτιρα για τις δικαστικές και διοικητικές αρχές του 19ου αιώνα σε μια σκωπτική παράσταση που περιστρέφεται γύρω από τη γελοιότητα του ανθρώπινου…
-
Η «Ορέστεια» του Αισχύλου, αυξομειώνοντας την εστίαση από το ατομικό στο συλλογικό και διερευνώντας τη μετάβαση από το άγραφο στο θεσμοθετημένο δίκαιο, περιηγείται στα μονοπάτια της υπόγειας βιαιότητας καθώς και στα λεπτά όρια της εξουσίας. Η ανάγνωση του Θεόδωρου Τερζόπουλου,…
-
Ο Γιάννης Χουβαρδάς, συνενώνοντας τον «Οιδίποδα Τύραννο» και τον «Οιδίποδα Επί Κολωνώ» του Σοφοκλή, προτείνει μια ανανεωμένη ανάγνωση της ιστορίας. Στην εκδοχή του, η λυτρωτική στιγμή του τέλους γίνεται αφετηρία για την κατάκτηση του πολυπόθητου εαυτού και, κατ’ επέκταση, για…



